Νυμφαίο-Έδεσσα
Ο διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός του Νυμφαίου, σε υψόμετρο 1.350μ. στο ανατολικό Βίτσι του Νομού Φλώρινας, βρίσκεται σε ένα αλπικό τοπίο που κόβει την ανάσα. Η αμφιθεατρική του θέση στο βουνό δίνει στον επισκέπτη την δυνατότητα να αγναντεύει κάθε άκρη του χωριού, καθώς και το γύρω γεωφυσικό τοπίο με τις πλατιές λίμνες και τα καταπράσινα λιβάδια.
Οι ταξιδιωτικοί οδηγοί το παρουσιάζουν ως ένα από τα δέκα ομορφότερα χωριά της Ευρώπης, ενώ στον παγκόσμιο διαγωνισμό της U.N.E.S.C.O. διεκδίκησε το Διεθνές Βραβείο Μελίνα Μερκούρη για την άριστη διαχείριση πολιτιστικού αποθέματος και φυσικού περιβάλλοντος.
Ιστορία
Σύμφωνα με την «Βίβλο Φιλοξενίας» του χωριού (εκδ. Μίλητος), το Νυμφαίο κατοικήθηκε για πρώτη φορά περί το 1835 από Βλάχους Οδίτες, λατινόφωνους δηλαδή αυτόχθονες Μακεδόνες, οι οποίοι επί 1.400 χρόνια φυλούσαν την γειτονική Εγνατία Οδό και αναγκάστηκαν να καταφύγουν στα απρόσιτα βουνά του Βίτσιου μετά από σκληρές μάχες με τους Οθωμανούς. Η πρώτη ονομασία που έδωσαν στο χωριό ήταν Νιβεάστα, λέξη που μάλλον προέρχεται από την φράση Ni vista που σημαίνει «αόρατο», λόγω της τοποθεσίας του. Περί το 1630 οι κάτοικοι άρχισαν να επιδίδονται στην ασημουργία και φαίνεται πως η τέχνη τους αυτή παρέμεινε ανθηρή για τουλάχιστον τρεις αιώνες, κάνοντας το Νυμφαίο διάσημο κέντρο αργυροχρυσοχοΐας σε όλη την Μακεδονία. Εκεί γεννήθηκαν και έζησαν βαθύπλουτοι διεθνείς έμποροι καπνού και βαμβακιού, ενώ ταυτόχρονα το χωριό υπήρξε πάντα ορμητήριο όλων των εθνικών αγώνων, αλλά και πατρίδα πολλών αγωνιστών, ευεργετών και επιστημόνων. Κατά την ακμή του, λοιπόν, το χωριό διέθετε υποδειγματικές υποδομές, πυκνή δόμηση και πλούσιο πολιτισμό. Η παρακμή, ωστόσο, ξεκίνησε από το 1930 και μετά, λόγω οικονομικών, κοινωνικών και τεχνολογικών μεταβολών που οδήγησαν στην διάσπαση της τοπικής και ευρύτερης αγοράς, ενώ οι δραματικοί πόλεμοι έως το 1949, σχεδόν ερήμωσαν το χωριό, διώχνοντας τους περισσότερους κατοίκους του στην διασπορά.
Σύμφωνα με την «Βίβλο Φιλοξενίας» του χωριού (εκδ. Μίλητος), το Νυμφαίο κατοικήθηκε για πρώτη φορά περί το 1835 από Βλάχους Οδίτες, λατινόφωνους δηλαδή αυτόχθονες Μακεδόνες, οι οποίοι επί 1.400 χρόνια φυλούσαν την γειτονική Εγνατία Οδό και αναγκάστηκαν να καταφύγουν στα απρόσιτα βουνά του Βίτσιου μετά από σκληρές μάχες με τους Οθωμανούς. Η πρώτη ονομασία που έδωσαν στο χωριό ήταν Νιβεάστα, λέξη που μάλλον προέρχεται από την φράση Ni vista που σημαίνει «αόρατο», λόγω της τοποθεσίας του. Περί το 1630 οι κάτοικοι άρχισαν να επιδίδονται στην ασημουργία και φαίνεται πως η τέχνη τους αυτή παρέμεινε ανθηρή για τουλάχιστον τρεις αιώνες, κάνοντας το Νυμφαίο διάσημο κέντρο αργυροχρυσοχοΐας σε όλη την Μακεδονία. Εκεί γεννήθηκαν και έζησαν βαθύπλουτοι διεθνείς έμποροι καπνού και βαμβακιού, ενώ ταυτόχρονα το χωριό υπήρξε πάντα ορμητήριο όλων των εθνικών αγώνων, αλλά και πατρίδα πολλών αγωνιστών, ευεργετών και επιστημόνων. Κατά την ακμή του, λοιπόν, το χωριό διέθετε υποδειγματικές υποδομές, πυκνή δόμηση και πλούσιο πολιτισμό. Η παρακμή, ωστόσο, ξεκίνησε από το 1930 και μετά, λόγω οικονομικών, κοινωνικών και τεχνολογικών μεταβολών που οδήγησαν στην διάσπαση της τοπικής και ευρύτερης αγοράς, ενώ οι δραματικοί πόλεμοι έως το 1949, σχεδόν ερήμωσαν το χωριό, διώχνοντας τους περισσότερους κατοίκους του στην διασπορά.
Η Νίκειος Σχολή
Πρόκειται για το αρχιτεκτονικό σήμα κατατεθέν του χωριού, το οποίο δεσπόζει ανάμεσα στα πέτρινα σπίτια, δωρεά του μεγάλου καπνέμπορου Ζαν Νίκου το 1928. Στο επιβλητικό κτίριο με τα εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία και το τεράστιο πέτρινο καμπαναριό, φιλοξενηθήκαμε για ένα περίπου δίωρο. Ενημερωθήκαμε για τη ζωή της αρκούδας και τις δραστηριότητες του Αρκτούρου, ασχοληθήκαμε δημιουργικά και επισκεφτήκαμε το χώρο με τα αναμνηστικά.
Πρόκειται για το αρχιτεκτονικό σήμα κατατεθέν του χωριού, το οποίο δεσπόζει ανάμεσα στα πέτρινα σπίτια, δωρεά του μεγάλου καπνέμπορου Ζαν Νίκου το 1928. Στο επιβλητικό κτίριο με τα εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία και το τεράστιο πέτρινο καμπαναριό, φιλοξενηθήκαμε για ένα περίπου δίωρο. Ενημερωθήκαμε για τη ζωή της αρκούδας και τις δραστηριότητες του Αρκτούρου, ασχοληθήκαμε δημιουργικά και επισκεφτήκαμε το χώρο με τα αναμνηστικά.
Ο Αρκτούρος
Στον Αρκτούρο βρεθήκαμε διανύοντας για περίπου δέκα με δεκαπέντε λεπτά ένα πέτρινο μονοπάτι ανάμεσα σε αντικριστές οξιές που γέρνουν για να αγκαλιάσουν η μία την άλλη. ΦΩΤΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ Στο τέλος του μας περίμενε ο μαγικός κόσμος της άγριας φύσης, όπως τον δημιούργησε το Περιβαλλοντικό Κέντρο Αρκτούρου. Στο μικρό ξύλινο περίπτερο του Κέντρου, μία εθελόντρια μας ξενάγησε στα εξήντα περίπου στρέμματα δάσους, μέσα στα οποία ζουν ελεύθερες αλλά προστατευμένες οι αρκούδες .
Περισσότερες πληροφορίες για το Νυμφαίο δείτε:
- Νυμφαίο (Άγνωστη Ελλάδα) (Αρχείο ντοκιμαντέρ της Ε.Ρ.Τ.)
- Νυμφαίο (Από πέτρα και χρόνο) (Αρχείο ντοκιμαντέρ της Ε.Ρ.Τ.)
- Νυμφαίο (Η ΕΡΤ στη Βόρεια Ελλάδα) (Αρχείο ντοκιμαντέρ της Ε.Ρ.Τ.)
- Ταξιδεύοντας στην Ελλάδα: Νυμφαίο (Αρχείο ντοκιμαντέρ της Ε.Ρ.Τ.)
EΔΕΣΣΑ
Η Έδεσσα (παλαιότερα ονομάζονταν παράλληλα και Βοδενά),βρίσκεται σε υψόμετρο 320 μέτρων. Είναι πόλη της κεντρικής Μακεδονίας της Ελλάδας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και του Νομού Πέλλας. Ο πληθυσμός της πόλης της Έδεσσας είναι 18.253, ενώ αυτός του διευρυμένου Δήμου ανέρχεται στους 25.619 κατοίκους (απογραφή 2001).
Στην πόλη είναι έντονο το υγρό στοιχείο (ποτάμια και καταρράκτες), γι' αυτό και οι ονομασίες της: Έδεσσα (wεδες στα φρυγικά ήταν το νερό ή πύργος στο νερό) και Βοδενά (voda στα σλάβικα είναι το νερό) έχουν την ίδια ρίζα.
Το όνομα της πόλης έχει φρυγική προέλευση και σημαίνει "πύργος/πόλη μες στο νερό".
Η περιοχή απέκτησε την σημερινή της μορφή σταδιακά. Μετά από πιθανές γεωλογικές αλλαγές, την παρεμβολή των Γερμανών κατά την περίοδο του ’40 αλλά και την προσοχή του δήμου στις αρχές του ’50, οι καταρράκτες της Έδεσσας και η ευρύτερη περιοχή άρχισαν να αξιοποιούνται και να αποκτούν την σημερινή τους μορφή.
Η Έδεσσα (παλαιότερα ονομάζονταν παράλληλα και Βοδενά),βρίσκεται σε υψόμετρο 320 μέτρων. Είναι πόλη της κεντρικής Μακεδονίας της Ελλάδας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και του Νομού Πέλλας. Ο πληθυσμός της πόλης της Έδεσσας είναι 18.253, ενώ αυτός του διευρυμένου Δήμου ανέρχεται στους 25.619 κατοίκους (απογραφή 2001).
Στην πόλη είναι έντονο το υγρό στοιχείο (ποτάμια και καταρράκτες), γι' αυτό και οι ονομασίες της: Έδεσσα (wεδες στα φρυγικά ήταν το νερό ή πύργος στο νερό) και Βοδενά (voda στα σλάβικα είναι το νερό) έχουν την ίδια ρίζα.
Το όνομα της πόλης έχει φρυγική προέλευση και σημαίνει "πύργος/πόλη μες στο νερό".
Η περιοχή απέκτησε την σημερινή της μορφή σταδιακά. Μετά από πιθανές γεωλογικές αλλαγές, την παρεμβολή των Γερμανών κατά την περίοδο του ’40 αλλά και την προσοχή του δήμου στις αρχές του ’50, οι καταρράκτες της Έδεσσας και η ευρύτερη περιοχή άρχισαν να αξιοποιούνται και να αποκτούν την σημερινή τους μορφή.
Το κύριο αξιοθέατο είναι ο μεγάλος καταρράκτης Κάρανος.
Το νερό πέφτει από ύψος 70 μέτρων και φροντίζει να δροσίζει τους επισκέπτες αφού κυριολεκτικά ψεκάζεται τριγύρω. Υπάρχει μονοπάτι που οδηγεί πίσω από τον Κάρανο αλλά είναι μικρό και αρκετά ολισθηρό.
Το νερό πέφτει από ύψος 70 μέτρων και φροντίζει να δροσίζει τους επισκέπτες αφού κυριολεκτικά ψεκάζεται τριγύρω. Υπάρχει μονοπάτι που οδηγεί πίσω από τον Κάρανο αλλά είναι μικρό και αρκετά ολισθηρό.
Αναμνήσεις
Γράψτε σημειώματα με τις εντυπώσεις σας από την εκδρομή!
|